Αυτοεκτίμηση & τελειομανία: όταν τίποτα δεν μοιάζει να είναι αρκετό
Η εξέλιξη, η ανάπτυξη, το προχώρημα του κάθε ανθρώπου και η βελτίωση της ζωής του είναι στοιχεία που όχι απλά πρέπει να υπάρχουν, αλλά πολλές φορές πρέπει να θεωρούνται αυτονόητα. Είναι βασική προϋπόθεση για να μην οδηγηθεί ο άνθρωπος στην παραίτηση από τη ζωή και το βούλιαγμα. Υπάρχει ένα σημείο σε αυτή την πορεία, όπου αυτό το προχώρημα γίνεται παγίδα: είναι τότε που ο άνθρωπος έχει μια μόνιμη αίσθηση ότι «πρέπει να κάνω κάτι παραπάνω», ότι «μόνο αυτό δεν φτάνει», «μήπως θα έπρεπε να μην είχα κάνει αυτό, αλλά κάτι άλλο;». Οι σκέψεις αυτές ενώ φαίνεται να βασίζονται στην εξέλιξη και το προχώρημα, κρύβουν μια αίσθηση ότι «είμαι λίγος» και ένα αίσθημα ανικανοποίητου.
Κι ενώ τέτοιες σκέψεις μπορεί να φαίνονται πολύ απλές και συνηθισμένες, είναι πραγματικά βασανιστικές για το άτομο που νοιώθει έτσι. Μεταφέροντας τις φράσεις αυτές στην καθημερινότητά μας, είναι πολλοί οι άνθρωποι, οι οποίοι αμέσως μόλις ολοκληρώσουν κάτι – οτιδήποτε – κάνουν σκέψεις που αφορούν στον επόμενο στόχο, την επόμενη επιτυχία, το επόμενο επίτευγμα, τις επόμενες διακοπές, το επόμενο ταξίδι, την επόμενη αγορά, την επόμενη έξοδο κλπ. Αν κάτι δεν πάει καλά, φορτώνονται ευθύνες που δεν τους αναλογούν θεωρώντας, ότι οι ίδιοι θα έπρεπε να είχαν κάνει ή να κάνουν κάτι. Αν δουν κάποιον «κάπως» λυπημένο ή αγχωμένο ή προβληματισμένο ή σκεπτικό προσπαθούν να τον ανακουφίσουν θεωρώντας ότι με κάποιο τρόπο ευθύνονται λίγο ή πολύ για αυτή την κατάσταση ή ότι κάπου δεν ήταν αρκετά καλοί για να τον ευχαριστήσουν ή να τον ικανοποιήσουν. Όλα αυτά δεν πηγάζουν από την επιθυμία να «βλέπω κάποιον καλά» ούτε από την «ανάληψη προσωπικής ευθύνης» για μια κατάσταση. Πηγάζουν από την αίσθηση ότι «δεν είμαι αρκετός, ώστε να…» ή «κάτι έκανα που τον πείραξε… » ή «δεν είμαι τόσο καλός όσο θα έπρεπε για να την/ τον κάνω χαρούμενο…»
Αυτή η διαδικασία έχει πολλαπλές συνέπειες. Καταρχήν, δεν επιτρέπει στον άνθρωπο να απολαύσει αυτό που κάνει εκεί τη στιγμή με την ένταση που του ταιριάζει. Δεν του επιτρέπει να καταγράφει την εμπειρία που ζει, να μείνει σε αυτή, να απολαμβάνει τη διεργασία ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα, να μαθαίνει από αυτό που ζει, να ζει το ταξίδι της κάθε προσπάθειας χωρίς να σκέφτεται τον επόμενο στόχο πριν να έχει ακόμη ολοκληρωθεί ο προηγούμενος. Ακόμη, θεωρεί τον εαυτό του υπεύθυνο για τη «δυστυχία» (όχι για την ευτυχία) κάποιου και προσπαθεί αγωνιωδώς αυτό να το διορθώσει.
Μια τέτοιου είδους κριτική στον εαυτό προκαλεί συναισθήματα ενοχών, γίνεται αφορμή για σκέψεις αναξιότητας και ανικανότητας και δημιουργεί ένα δυσβάσταχτο αίσθημα ανικανοποίητου, το οποίο μπλοκάρει και εγκλωβίζει τον άνθρωπο. Ειδικά σε καιρούς κρίσης, η κριτική που ασκεί ο καθένας στον εαυτό του για καταστάσεις που θα έπρεπε ίσως να προλάβει, να προνοήσει ή να είναι προετοιμασμένος πολλαπλασιάζεται. Αυτό όμως δεν αφορά ούτε στην αυτογνωσία ούτε στην ανάληψη προσωπικής ευθύνης. Αφορά στο ότι πάντα μένει πάντα κάτι που δεν έγινε σωστά, που έπρεπε να γίνει αλλιώς ή που δεν έγινε. Αφορά στο ότι «τίποτα δεν μοιάζει να είναι αρκετό»: μια συναισθηματική κατάσταση, η οποία εγκλωβίζει αντί να ελευθερώνει τον άνθρωπο.
Ενημερωθείτε για τα βιωματικά εργαστήρια με θέμα “Η αυτοεκτίμησή μου.. κι εγώ: η σημασία του να πιστεύω στον εαυτό μου & ο ρόλος της τελειομανίας”