Τριανταφυλλιά Χαρίλα, Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπεύτρια, MSc Εργασιακή Υγεία, Ειδίκευση στην Υπαρξιακή Συστημική & Οικογενειακή Ψυχοθεραπεία

Η σημασία του παιχνιδιού στην ανάπτυξη του παιδιού

Το παιχνίδι αποτελεί μια βασική δραστηριότητα στη ζωή του παιδιού. Παίζει καθοριστικό ρόλο στη σωματική, την ψυχοσυναισθηματική, την κοινωνική και τη γνωστική του ανάπτυξη. Μέσα από το παιχνίδι το παιδί έχει την δυνατότητα να δράσει ελεύθερα, να ζήσει σε ένα κόσμο φανταστικό που μπορεί να εξουσιάσει, να εκφράσει τα συναισθήματα του, να μάθει τον εαυτό του και τους ανθρώπους γύρω του να εξερευνήσει το περιβάλλον του.

Το παιχνίδι αποτελεί μια βασική δραστηριότητα στη ζωή του παιδιού. Παίζει καθοριστικό ρόλο στη σωματική, την ψυχοσυναισθηματική, την κοινωνική και τη γνωστική του ανάπτυξη. Μέσα από το παιχνίδι το παιδί έχει την δυνατότητα να δράσει ελεύθερα, να ζήσει σε ένα κόσμο φανταστικό που μπορεί να εξουσιάσει, να εκφράσει τα συναισθήματα του, να μάθει τον εαυτό του και τους ανθρώπους γύρω του να εξερευνήσει το περιβάλλον του.

Πιο συγκεκριμένα, το παιχνίδι συμβάλλει στη σωματική ανάπτυξη του παιδιού. Για να μιλήσουμε με ιατρικούς όρους – μπορεί να πεισθήτε πιο εύκολα (!) – με το παιχνίδι η κυκλοφορία του αίματος γίνεται ταχύτερη και ο μεταβολισμός πληρέστερος. Ταυτόχρονα, ενδυναμώνεται το νευρικό σύστημα, ασκείται ο οργανισμός του παιδιού και τελειοποιούνται τα μέλη του σώματος. Βελτιώνεται η μυϊκή δύναμη, η ευκαμψία των αρθρώσεων και του σώματος, η ευλυγισία, η ακρίβεια και η χάρη των κινήσεων, η επιδεξιότητα, η αντοχή στην κόπωση, η ισορροπία κλπ.

Την ίδια στιγμή που συντελούνται όλα αυτά στο σώμα και τον οργανισμό του παιδιού, επηρεάζεται και η πνευματική λειτουργία. Μεγάλοι θεωρητικοί υποστηρίζουν, ότι το παιχνίδι προκαλεί στο παιδί μια πραγματική εσωτερική ανάγκη για άσκηση της νοημοσύνης και της περιέργειάς του. Αναπτύσσει την ικανότητα αναπαράστασης, το συμβολισμό, τη μίμηση και τη φαντασία. Οι λειτουργίες αυτές αναγκάζουν το παιδί να επιστρατεύσει τη μνήμη του για να θυμηθεί και να συνδέσει τα γεγονότα λογικά. Ακόμη, με το παιχνίδι υπάρχει μια σταδιακή μετακίνηση από ασυνείδητες και παρορμητικές πράξεις σε συνειδητές, προμελετημένες πράξεις και ταυτόχρονα εξασκείται και συντελείται η αντιστροφή της ακολουθίας «πράξη – λόγος – σκέψη» σε «σκέψη – λόγος – πράξη».

Επίσης, το παιχνίδι θεωρείται συνυφασμένο με τις διαδικασίες συγκρότησης του εαυτού. Η μετάβαση από το μοναχικό παιχνίδι στο συλλογικό ή στο παιχνίδι με κανόνες, περιγράφει την πορεία από την τοποθέτηση του εαυτού σε υποθετικές καταστάσεις, μέσω της ερμηνείας κοινωνικών ρόλων, έως την τοποθέτηση του εαυτού στη θέση του άλλου με την ταυτόχρονη ερμηνεία του ρόλου του εαυτού. Μέσα από το ομαδικό παιχνίδι, καλλιεργεί ηθικές αξίες όπως την υπομονή στο να περιμένει τη σειρά του, την υποχώρηση όταν δεν μπορεί να έχει αυτό που θέλει, τον σεβασμό προς τους φίλους του, μαθαίνει να συμβιώνει την ώρα του παιχνιδιού μέσα στα όρια που τα ίδια έχουν ορίσει. Μαθαίνει έννοιες όπως η συνεργασία, το μοίρασμα, η αυτοπειθαρχία, η εκτίμηση. Μέσω του ομαδικού παιχνιδιού το παιδί το μαθαίνει να συνυπάρχει αρμονικά με τους άλλους και να βρίσκει τρόπους επίλυσης των διαφορών συγκρούσεων που μπορούν να προκύψουν κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού. Καλείται να αποδεχτεί και να τηρήσει, αφού το αντίθετο θα οδηγήσει σε κάποια «ποινή».

Σημαντική είναι και η επίδραση που ασκεί το παιχνίδι στη συναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού. Με την επιτυχία και προβολή που αποκτά το παιδί μέσω του παιχνιδιού, βελτιώνει την εικόνα για τον εαυτό του, ξεπερνά τις αναστολές του, αυξάνει την αυτοπεποίθησή του και αναπτύσσει σεβασμό για την προσωπικότητα των άλλων. Επίσης, το παιχνίδι πολλές φορές λειτουργεί λυτρωτικά σε καταστάσεις της καθημερινότητάς του που το φορτίζουν με στρες, ένταση, θυμό.
Πολλές το παιχνίδι θεωρείται χαμένος χρόνος από τους δασκάλους, τους καθηγητές ή τους γονείς. Στην πραγματικότητα είναι αναπόσπαστο και απαραίτητο στοιχείο για την ανάπτυξη και τη ζωή του παιδιού. Μάλιστα, η απουσία του παιχνιδιού από τη ζωή του παιδιού, θα μπορούσε να συνδεθεί με φτωχές κινητικές δεξιότητες, χαμηλά επίπεδα φυσικής δραστηριότητας, μειωμένη ικανότητα διαχείρισης στρεσογόνων καταστάσεων, μειωμένες κοινωνικές δεξιότητες, οι οποίες είναι πιθανό να οδηγήσουν σε δυσκολίες στη διαχείριση κοινωνικών καταστάσεων, επίλυση συγκρούσεων, θέματα διαφορετικότητας, θέματα αυτοεκτίμησης, θέματα αποτυχίας κλπ.

Έτσι, λοιπόν, το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε είναι όχι απλά να επιτρέψουμε στο παιδί να παίζει, αλλά να αφήσουμε τη μαγεία του παιχνιδιού να μας συνεπάρει. Να ζηλέψουμε και να μάθουμε από την απόλαυση και τη λαχτάρα που έχουν τα παιδιά για το παιχνίδι!

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *